Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

Αριστοτέλους, Πολιτικά: Ποιοί πρέπει να ασκούν εξουσία

Ποιοί πρέπει να ασκούν εξουσία στην πόλη
Αξιολόγηση των προσώπων ή ομάδων που ενδέχεται να αναλάβουν την εξουσία στην πόλη
Υπάρχει κι ένα άλλο πρόβλημα: ποιος πρέπει άραγε να είναι ο ηγεμόνας της πόλης; ο λαός; οι πλούσιοι; οι μετριοπαθείς; ο ένας που είναι καλύτερος απ’ όλους; ένας τύραννος; Όλες όμως αυτές οι λύσεις παρουσιάζουν την ίδια δυσκολία. Τι πρέπει να κάνουμε, λοιπόν; (15) αν οι φτωχοί μοιρασθούν, επειδή είναι περισσότεροι από τους πλούσιους, τις περιουσίες τους, αυτό δεν αποτελεί αδικία; Όχι, μα τον Δία, γιατί αυτό αποφάσισε ο νόμιμος κυβερνήτης της πόλης. Τότε τι πρέπει να πούμε ότι αποτελεί την έσχατη αδικία; Ας εξετάσουμε κι από άλλη άποψη το ζήτημα παίρνοντας υπ’ όψη όλο τον πληθυσμό: αν οι περισσότεροι μοιρασθούν τα αγαθά των λίγων, είναι φανερό ότι θα καταστρέψουν την πόλη. (20) Όμως ούτε η αρετή καταστρέφει αυτόν που την έχει κτήμα του, ούτε η δικαιοσύνη καταστρέφει την πόλη. Είναι επομένως ξεκάθαρο ότι ένας τέτοιος νόμος δεν είναι δίκαιος.
Άλλη συνέπεια: είναι δυνατό όλες οι πράξεις του τυράννου να είναι δίκαιες, αφού στηριζόμενος στη δύναμή του, ασκεί βία όμοια μ’ εκείνη που ασκούν οι λαϊκές μάζες πάνω στους πλούσιους; Αλλά μήπως είναι δίκαιο η εξουσία ν’ ανήκει στους λίγους και τους πλούσιους; (25) αν όμως κι εκείνοι κάμουν τα ίδια όπως οι άλλοι κι αρπάζουν και κλέβουν τα κτήματα του λαού, είναι δίκαιο; Ούτε το ένα βέβαια ούτε το άλλο. Είναι, λοιπόν, ολοφάνερο ότι όλες αυτές οι λύσεις είναι ανήθικες κι όχι δίκαιες. Τότε μήπως πρέπει να γίνουν άρχοντες και να κυβερνούν όλους οι αψεγάδιαστοι (χωρίς ελαττώματα) άνθρωποι; Στην περίπτωση αυτή πάλι θα αποκλεισθούν από την εξουσία όλοι οι άλλοι, (30) αφού δεν θα έχουν την τιμή να καταλάβουν κανένα αξίωμα στην πόλη. Γιατί αφού τα πολιτικά αξιώματα τα ονομάζουμε τιμές, αν τα ίδια πρόσωπα ασκούν πάντοτε την εξουσία, αναγκαστικά οι άλλοι αποκλείονται από κάθε τιμή. Μήπως είναι προτιμότερο να ασκεί την εξουσία ένας άνθρωπος, ο ηθικότερος απ’ όλους; Αυτό ευνοεί την ολιγαρχία γιατί εκείνοι που θα στερηθούν τις τιμές θα είναι οι περισσότεροι. Θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος ότι, (35) με κανένα τρόπο, δεν πρέπει να κάνουμε απόλυτο κυρίαρχο έναν άνθρωπο με τα συνηθισμένα σ’ όλους ψυχικά πάθη, αλλά το νόμο. Αλλ’ αν ο νόμος είναι ολιγαρχικός ή δημοκρατικός ως προς τι θα μας βοηθήσει να ξεδιαλύνουμε τις απορίες μας; Θα συμβεί το ίδιο μ’ εκείνα που είπαμε προηγουμένως.
Η «αθροιστική θεωρία»
Ας αναβάλουμε, λοιπόν, για ευθετότερο χρόνο τη συζήτηση, πάνω σ’ άλλα θέματα. (40) Το να δώσουμε την εξουσία στο πλήθος κι όχι στους άριστους αλλά λίγους πολίτες, θα αποτελούσε κάποια λύση που θα παρουσίαζε κάποιες δυσκολίες, αλλά περιέχει και μια δόση αλήθειας. Οι πολλοί δηλ. που ο καθένας τους ξεχωριστά δεν είναι αξιόλογος, [1281b] είναι ενδεχόμενο ενωμένοι όλοι μαζί να είναι καλύτεροι από τους ξεχωριστούς πολίτες, όχι σαν άτομα, αλλά σαν σύνολο, όπως τα δείπνα στα οποία συνεισφέρουν όλοι είναι καλύτερα από εκείνα που αναλαμβάνει τα έξοδά τους ένα μονάχα πρόσωπο. Γιατί καθώς είναι πολλοί, ο καθένας διαθέτει κάποιο μόριο αρετής και πρακτικής σοφίας (5) ώστε όταν συγκεντρωθούν γεννιέται κατά κάποιο τρόπο ένας άνθρωπος με πολλά πόδια, πολλά χέρια και προικισμένος με πολλές αισθήσεις και με ανάλογο χαρακτήρα κι εξυπνάδα. Γι’ αυτό και τα πλήθη κρίνουν πιο σωστά τα έργα των μουσικών και των ποιητών. Γιατί ο ένας κρίνει ένα μέρος, ο άλλος άλλο, κι όλοι μαζί το σύνολο. (10) Και σ’ αυτό διαφέρουν οι σπουδαίοι άνθρωποι από τα άτομα που ανήκουν στο λαό, όπως π.χ. οι ωραίοι από τους όχι ωραίους, ή τα έργα της ζωγραφικής, από τα ζωντανά μοντέλα τους, κι η διαφορά συνίσταται στο ότι μαζεύτηκαν σ’ ένα σύνολο τα διασκορπισμένα εδώ κι εκεί στοιχεία κι ακόμη επειδή τα στοιχεία αυτά είναι μοιρασμένα σε διάφορα πρόσωπα, έτσι που να λέμε ότι ένας έχει πιο ωραίο μάτι από εκείνον που είναι ζωγραφισμένος, κι άλλος άλλο μέλος του σώματος. (15) Αν τη διαφορά αυτή του πλήθους και των λίγων μορφωμένων ανθρώπων υπάρχει περίπτωση να την συναντήσουμε σε κάθε λαό και πλήθος, δεν είναι ξεκαθαρισμένο. Ίσως όμως, μα τον Δία, για μερικούς λαούς αυτό να είναι απραγματοποίητο, (γιατί ο ίδιος λόγος θα μπορούσε να ισχύσει και για τα άγρια ζώα. (20) Αφού σε τι διαφέρουν μερικοί λαοί, για να χρησιμοποιήσουμε αυτή την έκφραση, από τα ζώα;). Αλλά για ορισμένους πληθυσμούς τίποτε δεν εμποδίζει να αληθεύει αυτό που είπαμε.
Ποιά πολιτικά δικαιώματα πρέπει να δοθούν στους πολλούς; – Η ανάγκη κυριαρχίας των «ὀρθῶς κειμένων» νόμων
Με τέτοιους συλλογισμούς θα διευκολυνόμαστε να λύσουμε την προηγούμενη απορία κι αυτήν που αποτελεί λογική συνέπεια της: Ποια πρέπει να είναι τα κυριαρχικά δικαιώματα των ελεύθερων ανθρώπων και του πλήθους των πολιτών; (Και τέτοιοι είναι εκείνοι που δεν είναι πλούσιοι, (25) και δεν φημίζονται καθόλου για την αρετή τους). Το να μετέχουν στα μεγαλύτερα αξιώματα είναι επικίνδυνο (αφού από έλλειψη εντιμότητας και φρονιμάδας, μπορεί να διαπράξουν αδικίες ή να κάμουν σφάλματα). Αλλά το να μη μετέχουν πάλι και να μη μπορούν να ζυγώσουν την εξουσία είναι φοβερό. (30) Γιατί η πόλη στην οποία υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στερημένοι των πολιτικών δικαιωμάτων και φτωχοί, είναι αναπόφευκτα γεμάτη από εχθρούς. Στην περίπτωση αυτή η μόνη λύση είναι να μετέχουν στη βουλή και στα δικαστήρια. Γι’ αυτό δίκαια ο Σόλων και μερικοί άλλοι νομοθέτες τούς επιτρέπουν να μετέχουν ομαδικά, στην εκλογή των αρχόντων και στις λογοθεσίες τους, χωρίς να τους επιτρέπουν να ασκούν ατομικά την εξουσία. (35) Γιατί αν ενωθούν όλοι μαζί αποκτούν ικανοποιητικό πολιτικό αισθητήριο κι αναμιγνυόμενοι με τους καλύτερους πολίτες ωφελούν τις πολιτείες, όπως ένα μη καθαρό τρόφιμο ανακατεμένο μ’ ένα καθαρό κάμνει όλη την τροφή πιο χρήσιμη από τη λίγη. Το κάθε άτομο όμως χωριστά δε μπορεί παρά να εκφέρει ατελή γνώμη.
Όμως μια τέτοια τακτοποίηση της πολιτείας προκαλεί πρώτα–πρώτα την εξής απορία: (40) Μπορεί να σκεφθεί κάποιος ότι αρμόδιος για να κρίνει αυτόν που έκαμε σωστή θεραπεία, είναι εκείνος που έχει γιατρέψει κι έχει κάμει καλά τον άρρωστο από την αρρώστια για την οποία γίνεται λόγος. Κι αυτός είναι ο γιατρός. [1282a] Το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες τέχνες και για κάθε τι όπου είναι απαραίτητη η εμπειρία. Όπως δηλ. ο γιατρός πρέπει να λογοδοτεί σε γιατρούς, έτσι κι άλλοι πρέπει να δίνουν λόγο στους ομότεχνούς τους. Στον όρο «γιατρός» δεν περιλαμβάνεται μονάχα ο επιστήμονας, αλλά κι αυτός που έχει κάμει πρακτική εξάσκηση, «ο αρχιτεχνίτης», και τρίτος κατά σειρά, ο άνθρωπος που έχει κάποιαν ιδέα ιατρικής. (5) Γιατί οι ερασιτέχνες αυτού του είδους υπάρχουν σ’ όλες σχεδόν τις τέχνες. Κι αναγνωρίζουμε ίσο δικαίωμα κρίσεως τόσο στους καλλιεργημένους ερασιτέχνες όσο και στους επαγγελματίες γιατρούς.
Έπειτα θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ίδιες αρχές ισχύουν και στις εκλογές, αφού η ορθή εκλογή είναι έργο των ειδικών, όπως π.χ. όσοι έχουν γνώσεις γεωμετρίας να εκλέγουν ένα γεωμέτρη κι οι κυβερνήτες πλοίων τον πλοίαρχο. (10) Και μολονότι σε μερικές δουλειές και τέχνες, έχουν δικαίωμα ψήφου και μερικοί ιδιώτες, η γνώμη τους δεν έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από τη γνώμη των ειδικών. Σύμφωνα, επομένως, μ’ αυτό το συλλογισμό, δε θα έπρεπε ν’ αφήνουμε το λαό να πρωταγωνιστεί ούτε στις εκλογές των αρχόντων, ούτε στην εκτίμηση των ευθυνών τους.
(15) Ίσως όμως όλα αυτά τα επιχειρήματα να μην είναι σωστά, πρώτα–πρώτα για το λόγο που είπαμε παραπάνω, ότι δηλ. η νοοτροπία του λαού δεν είναι πολύ δουλική (αφού ο καθένας απομονωμένος από τους άλλους, θα είναι βέβαια, κατώτερος από τους ειδικούς, αν όμως συγκεντρωθούν όλοι μαζί θα είναι καλύτεροι κριτές ή τουλάχιστον όχι χειρότεροι από τους ειδικούς) κι ακόμη επειδή, όσον αφορά μερικά πράγματα, εκείνος που τα κατασκευάζει δεν είναι ο μόνος κι ο καλύτερος κριτής. Υπάρχουν δηλ. τέχνες των οποίων τα προϊόντα μπορούν να τα εκτιμήσουν κι αυτοί που δεν τα άσκησαν πρακτικά: (20) Ένα σπίτι π.χ. δεν μπορεί να το κρίνει μονάχα εκείνος που το έχτισε, αλλά θα το εκτιμήσει καλύτερα εκείνος που θα το χρησιμοποιήσει (και το χρησιμοποιεί ο αρχηγός της οικογένειας). Επίσης κι ένας πλοίαρχος θα κρίνει καλύτερα ένα τιμόνι από τον κατασκευαστή του, και τα φαγητά ενός συμποσίου όσοι θα συμμετάσχουν σ’ αυτό κι όχι ο μάγειρος.
Η λύση, λοιπόν, της παραπάνω απορίας, θα φανεί χωρίς αμφιβολία ικανοποιητική. Αλλά παρουσιάζεται μια άλλη στενά συνυφασμένη μ’ αυτήν: (25) φαίνεται δηλ. ανόητο οι μετριότητες να παίρνουν τελεσίδικες αποφάσεις για θέματα πολύ ενδιαφέροντα κι όχι οι ξεχωριστοί πολίτες. Γιατί, φυσικά, οι λογοδοσίες των αρχόντων και οι εκλογές για την κατάληψη αξιωμάτων είναι σοβαρότατα ζητήματα. Κι αυτά, όπως είπαμε, μερικές πολιτείες, τα παραχωρούν στο λαό, αφού η εκκλησία του δήμου ασκεί κυριαρχική εξουσία σ’ όλα αυτά. Βέβαια, όλα τα μέλη αυτής της συνέλευσης, για να έχουν το δικαίωμα να παίρνουν αποφάσεις και να δικάζουν, (30) πρέπει να έχουν, άσχετα με την ηλικία κάποια μέτρια περιουσία. Αλλά για να γίνουν ταμίες και στρατηγοί, ή για να καταλάβουν τα πιο υψηλά αξιώματα, πρέπει να έχουν μεγάλα εισοδήματα.
Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να λύσει κανείς κι αυτή την απορία επειδή ίσως έχει τεθεί σωστά. Γιατί στην πραγματικότητα ούτε ο δικαστής, ούτε ο βουλευτής, ούτε το μέλος της εκκλησίας του δήμου ασκούν την εξουσία, (35) αλλά τα δικαστήρια, η βουλή κι ο λαός. Ο καθένας απ’ αυτούς που αναφέραμε είναι ένα μικρό μόριο των διαφόρων αρχών. (Εννοώ δε λέγοντας μόριο τον βουλευτή, το μέλος της εκκλησίας του δήμου και τον δικαστή). Ώστε είναι δίκαιο οι πολλοί να αποφασίζουν κυριαρχικά για τα πιο σοβαρά ζητήματα, αφού από τους πολλούς αποτελούνται ο λαός, η βουλή και τα δικαστήρια. (40) Και το γενικό εισόδημα όλων αυτών μαζί είναι μεγαλύτερο από το εισόδημα του καθενός χωριστά κι από το εισόδημα των λίγων που έχουν το δικαίωμα να ανέρχονται στα πιο μεγάλα αξιώματα.
[1282b] Τα παραπάνω ας θεωρηθούν τακτοποιημένα μ’ αυτό τον τρόπο. Όσο για το θέμα που θεωρήσαμε πρωταρχικό, είναι προφανές ότι άλλη λύση δεν υπάρχει, εκτός από το να καταστήσουμε κυρίαρχους της πόλης τους καλώς κειμένους νόμους. Και ο άρχοντας (είτε είναι ένας, είτε περισσότεροι) πρέπει να παίρνει αποφάσεις (5) μόνο στις περιπτώσεις που οι νόμοι δεν είναι δυνατό να καθορίζουν με ακρίβεια, γιατί δεν είναι εύκολο να νομοθετήσει κανείς για όλα. Πάντως το ποιοι πρέπει να είναι ο νόμοι που τους χαρακτηρίζουμε «ορθώς κειμένους» δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη κι έτσι η αρχική απορία μας παραμένει άλυτη. Εξάλλου, όπως τα πολιτεύματα, αναγκαστικά και οι νόμοι πρέπει να είναι κακοί ή καλοί, δίκαιοι ή άδικοι. (10) Αλλά το εξής είναι φανερό: οι νόμοι στα κανονικά πολιτεύματα πρέπει αναγκαστικά να είναι δίκαιοι, σ’ αυτά όμως που αποτελούν παρέκκλισή τους, δεν είναι δυνατό να είναι δίκαιοι.
Πού πρέπει να στηρίζεται η διεκδίκηση των πολιτικών αξιωμάτων;
Αφού όλες οι επιστήμες κι οι τέχνες έχουν θέσει τελικό σκοπό τους ένα αγαθό, (15) τότε το μεγαλύτερο αγαθό στον υπέρτατο βαθμό του πρέπει να αποτελεί τελικό σκοπό εκείνης που κυριαρχεί πάνω απ’ όλες τις άλλες. Κι αυτή είναι η πολιτική δύναμη. Και αγαθό στην πολιτική είναι η δικαιοσύνη, δηλ. το κοινό συμφέρον. Και όλοι οι άνθρωποι βλέπουν μέσα στην έννοια της δικαιοσύνης κάποιαν ισότητα και, ως ένα σημείο τουλάχιστον, συμφωνούν με τις φιλοσοφικές θεωρίες που έχουν καθοριστεί στα «Ηθικά». (20) Τι είναι δηλ. δίκαιο και σε ποιους πρέπει να εφαρμόζεται, και ότι πρέπει να ισχύει η ισότητα μεταξύ ίσων. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει σε ποιους πρέπει να εφαρμόζεται η ισότητα και σε ποιους η ανισότητα, γιατί αυτό το ζήτημα γεννά απορίες και αφορά την πολιτική φιλοσοφία. Ίσως θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα πολιτικά αξιώματα πρέπει να απονέμονται άνισα και με βάση την υπεροχή ως προς κάποιο αγαθό, (25) αν σ’ όλα τ’ άλλα δεν διαφέρουν καθόλου, αλλά είναι απολύτως όμοιοι. Πραγματικά οι διαφορετικοί άνθρωποι έχουν διαφορετικά δικαιώματα και διαφορετική αξία. Όμως, αν αυτή η αρχή είναι αληθινή, τότε όσοι υπερέχουν ως προς το χρώμα, το ανάστημα και οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό, θα έπρεπε να έχουν περισσότερα πολιτικά δικαιώματα, ανάλογα με το βαθμό της υπεροχής τους. (30) Αλλά μήπως αυτό αποτελεί ολοφάνερη πλάνη; Και γίνεται φανερό από τις άλλες επιστήμες και ικανότητες; Αν δηλαδή, μοιράσουμε αυλούς σε αυλητές που κατέχουν την τέχνη τους στον ίδιο βαθμό, δεν πρέπει να δώσουμε τους καλύτερους αυλούς σ’ αυτούς που έχουν ευγενέστερη καταγωγή, γιατί αυτοί δε θα παίξουν καλύτερα γι’ αυτή την αιτία, αλλά, αντίθετα, πρέπει να δίνουμε τους ανώτερης ποιότητας αυλούς, σ’ αυτούς που υπερέχουν στην εκτέλεση του έργου. (35) Κι αν αυτό που θέλουμε να πούμε δεν έγινε φανερό, θα γίνει πιο ξεκάθαρο αν προχωρήσουμε περισσότερο.
Αν, π.χ. ένας άνθρωπος υπερέχει στην αυλητική τέχνη, αλλά είναι πολύ κατώτερος στην ευγενική καταγωγή και στην ομορφιά, μολονότι το καθένα απ’ αυτά έχει πιο μεγάλη σπουδαιότητα από την τέχνη του αυλητή (κι εννοώ την ευγένεια και την ομορφιά) (40) και αναλογικά είναι ανώτερα απ’ την αυλητική τέχνη, απ’ όσο υπερέχει εκείνος ως προς την αυλητική, σ’ εκείνον πρέπει να δοθούν οι καλύτερης ποιότητας αυλοί. [1283a] Γιατί η υπεροχή και του πλούτου και της ευγενικής καταγωγής, θα έπρεπε να συμβάλλουν στην τελειότητα της εκτέλεσης του έργου. Όμως δεν συμβάλλουν καθόλου. Ακόμη ας υποθέσουμε πως αυτός ο συλλογισμός μπορεί να εφαρμοσθεί στη σύγκριση ενός αγαθού με οποιοδήποτε άλλο. Αν π.χ. κάποιος υπερέχει κατά το ανάστημα, (5) τότε γενικά το ανάστημα θα μπορούσε να είναι εφάμιλλο με τον πλούτο και την ελευθερία. Ώστε αν ένας υπερέχει κατά το ανάστημα περισσότερο απ’ όσο υπερέχει ένας άλλος από έναν τρίτο στην αρετή κι αν το ανάστημα είναι γενικά ανώτερο από την αρετή, τότε όλα και τα πιο διαφορετικά πράγματα θα μπορούσαν να συγκριθούν μεταξύ τους. Γιατί, αν το ανάστημα υπερέχει από κάθε άλλο αγαθό κατά ποσόν, με κάποια προσθήκη θα πετυχαίναμε την ισότητα.
(10) Επειδή όμως αυτό είναι αδύνατο, βλέπουμε ότι και στον τομέα της πολιτικής, δε μπορούμε να στηριχθούμε σε καμιά ανισότητα για τη διεκδίκηση των πολιτικών αξιωμάτων. (Αν λ.χ. άλλοι είναι αργοί, κι άλλοι είναι γρήγοροι, αυτός δεν είναι λόγος για να έχουν οι πρώτοι ή οι δεύτεροι περισσότερα ή λιγότερα δικαιώματα στην εξουσία, αφού στους γυμνικούς αγώνες ανταμείβεται αυτή η διαφορά), (15) αλλά πρέπει η διεκδίκηση των αξιωμάτων να γίνεται αναγκαστικά με βάση τα στοιχεία από τα οποία απαρτίζεται η πόλη. Γι’ αυτό δικαιολογημένα διεκδικούν αυτές τις τιμές και οι ευγενείς κι οι ελεύθεροι κι οι πλούσιοι. Πρέπει, βέβαια, οι ελεύθεροι να έχουν και κάποιο εισόδημα (αφού η πόλη δεν είναι δυνατό να υπάρξει μόνο από φτωχούς, όπως και μόνο από δούλους). Κι αν αυτά είναι απαραίτητα να υπάρχουν, (20) είναι φανερό ότι είναι απαραίτητα επίσης και η δικαιοσύνη και η πολεμική αρετή. Γιατί χωρίς αυτές δεν είναι δυνατό να διατηρηθεί η πόλη. Κι αν χωρίς τα δύο πρώτα είναι αδύνατο να υπάρξει πόλη, χωρίς τα δύο τελευταία είναι αδύνατο να κυβερνηθεί με καλό τρόπο.
Πόσο δικαιολογημένες είναι οι αξιώσεις διάφορων πληθυσμιακών ομάδων για κατάληψη της εξουσίας; – Διερεύνηση της σκοπιμότητας του οστρακισμού
Σχετικά, λοιπόν, για την ύπαρξη της πόλης μπορούμε να πούμε ότι συζητήσαμε σωστά όλες τις απόψεις ή μερικές από αυτές. (25) Αλλά αν πρόκειται να εξασφαλίσουμε την καλή ζωή, πρέπει να συζητήσουμε οπωσδήποτε με μεγάλη προσοχή τα προβλήματα της εκπαίδευσης και της αρετής, όπως είπαμε και προηγουμένως. Κι επειδή ούτε εκείνοι που είναι ίσοι σε κάτι πρέπει να θεωρούνται ίσοι σε όλα, ούτε κι εκείνοι που είναι άνισοι σ’ ένα σημείο, πρέπει να είναι άνισοι σε όλα, όλα τα είδη των πολιτευμάτων στα οποία δεν εφαρμόζονται τα παραπάνω αποτελούν παραποιήσεις των κανονικών. (30) Ειπώθηκε ήδη και προηγουμένως ότι όλες οι αξιώσεις αυτών που διεκδικούν τα αξιώματα είναι δίκαιες από κάποιαν άποψη, αλλά όχι κι από όλες τις απόψεις. Οι πλούσιοι έχουν δίκιο, γιατί κατέχουν τη μεγαλύτερη έκταση της γης ―και η χώρα είναι κοινό αγαθό― και στις συναλλαγές τους εμπνέουν περισσότερη εμπιστοσύνη επειδή τηρούν γενικά τις συμφωνίες τους. Οι ελεύθεροι και ευγενείς επειδή η κοινωνική τους θέση τους φέρνει τον ένα κοντά στον άλλο (35) (αφού θεωρούνται αξιολογότεροι πολίτες οι ευγενείς από εκείνους που έχουν ταπεινή καταγωγή και η ευγένεια, σε όλους τους λαούς, είναι αντικείμενο εκτιμήσεως). Άλλος λόγος επίσης είναι ότι είναι φυσικό οι απόγονοι των καλυτέρων να είναι κι αυτοί καλύτεροι από τους άλλους, αφού η ευγενική καταγωγή είναι οικογενειακή αρετή. Επίσης θα πούμε ότι είναι δίκαιες, κατά τη γνώμη μας, οι αξιώσεις, εκείνων, που υποστηρίζουν ότι η αρετή πρέπει να διεκδικήσει πολιτικά δικαιώματα, επειδή νομίζουμε ότι η δικαιοσύνη είναι κοινωνική αρετή, κι ότι είναι ανάγκη να την ακολουθούν οι άλλες αρετές. (40) Αλλά είναι εξ ίσου αληθινό ότι και οι πολλοί μπορούν να εγείρουν διεκδικήσεις κατά των λίγων γιατί εκείνοι που αποτελούν την πλειοψηφία, συγκρινόμενοι στο σύνολό τους με την μειοψηφία είναι πιο δυνατοί, πιο πλούσιοι και καλύτεροι.
[1283b] Συνεπώς, αν υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται συγκεντρωμένοι στην ίδια πόλη, κι εννοώ π.χ. τους ενάρετους, τους πλούσιους, τους ευγενείς κι όλο τον άλλο όγκο των πολιτών, θα εγερθεί αμφισβήτηση ποιοι πρέπει να ασκούν την εξουσία ή όχι; (5) Στο καθένα, φυσικά, από τα πολιτεύματα που αναφέραμε, το ποιος πρέπει να κυβερνήσει είναι πάνω από κάθε αμφισβήτηση (αφού αυτοί που θα ασκήσουν κάποια αρχή είναι διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο: Π.χ. ορισμένα αξιώματα ταιριάζουν στους πλούσιους, άλλα στους ενάρετους ανθρώπους και ούτω καθεξής). Αλλ’ όμως πρέπει να εξετάσουμε πώς θα κανονίσουμε αυτό το ζήτημα όταν υπάρχουν στην πόλη όλες αυτές οι κατηγορίες του πληθυσμού ταυτοχρόνως. (10) Αν λ.χ. οι ενάρετοι είναι ελάχιστοι, πώς θα μοιράσουμε τ’ αξιώματα; Πρέπει να εξετάσουμε το μικρό αριθμό τους συγκριτικά με το έργο που μπορούν να προσφέρουν και να δούμε αν είναι ικανοί να διοικούν την πόλη ή μήπως είναι τόσο πολλοί ώστε να σχηματίσουμε μ’ αυτούς μια πόλη; Αλλά παρουσιάζεται μια δυσκολία σχετική με όσους έχουν αξιώσεις πάνω στα αξιώματα και τις τιμές της πολιτείας. (15) Θα μπορούσε να έχει κανείς τη γνώμη ότι δεν έχουν δίκιο όσοι έχουν την αξίωση να κυβερνούν επειδή είναι πλούσιοι. Το ίδιο κι εκείνοι που έχουν ευγενική καταγωγή. Γιατί είναι φανερό, ότι κάποιος που είναι πλουσιώτερος απ’ όλους τους άλλους, σύμφωνα μ’ αυτό το δίκαιο, θα πρέπει μόνος αυτός απ’ όλους να καταλάβει την εξουσία. Το ίδιο θα ήταν δυνατόν να ισχύσει και γι’ αυτόν που έχει ανώτερο βαθμό ευγενικής καταγωγής, σχετικά με όσους διεκδικούν αξιώματα σαν ελεύθεροι πολίτες. (20) Το ίδιο θα συμβεί, χωρίς αμφιβολία, στα αριστοκρατικά πολιτεύματα, που στηρίζονται στην αρετή των πολιτών. Γιατί αν κάποιος πολίτης είναι ανώτερος, απ’ όλους που θεωρούνται σπουδαίοι σ’ αυτό το πολίτευμα, αυτός πρέπει να κυβερνήσει σύμφωνα με το ίδιο δίκαιο. Αλλά κι αν σύμφωνα μ’ αυτήν την αρχή και το πλήθος πρέπει να κατέχει την εξουσία, (25) αφού οι πολλοί είναι ισχυρότεροι από τους λίγους. Αν όμως ένας ή περισσότεροι γίνουν ισχυρότεροι από τους πολλούς, αυτοί πρέπει να κατέχουν την εξουσία κι όχι το πλήθος.
Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν καθαρά ότι κανένα από τα επιχειρήματα εκείνων που έχουν την αξίωση να καταλάβουν οι ίδιοι την εξουσία κι οι άλλοι να γίνουν υπήκοοί τους, δεν είναι ορθό. (30) Γιατί σ’ εκείνους που έχουν την αξίωση να είναι κυρίαρχοι του πολιτεύματος για την αρετή τους, και σ’ εκείνους που έχουν την ίδια αξίωση για τα πλούτη τους, οι λαϊκές μάζες θα μπορούσαν να αντιτάξουν μια σωστή δικαιολογία: τίποτε δεν εμποδίζει κάποτε το πλήθος να είναι καλύτερο και πλουσιώτερο από τους λίγους, θεωρούμενο όχι σαν άτομα ξεχωριστά, αλλά σαν σύνολο: (35) Αυτό μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε με τον ακόλουθο τρόπο την ζητημένη απορία που διατυπώνουν μερικοί: εκφράζουν δηλ. κάποιοι την απορία αν ο νομοθέτης που θέλει να θεσπίσει τους πιο δίκαιους νόμους, πρέπει να νομοθετήσει σύμφωνα με το συμφέρον των καλύτερων ή των περισσότερων, όταν αντιμετωπίζει το παραπάνω δίλημμα. (40) Η λέξη «δίκαιο» πρέπει να σημαίνει «δίκαιο σύμφωνα με την ισότητα» και αυτό που είναι «δίκαιο σύμφωνα με την ισότητα» πρέπει ν’ αποβλέπει στο κοινό συμφέρον της πόλης και το κοινό συμφέρον των πολιτών. Πραγματικά πολίτης, είναι εκείνος που κυβερνά και κυβερνιέται με τη σειρά του, [1284a] αλλά η θέση του ποικίλλει ανάλογα με κάθε πολιτικό σύστημα, αλλά στο καλύτερο από όλα είναι εκείνος που μπορεί να εκλέγει ελεύθερα να κυβερνιέται και να κυβερνά ζώντας μια ζωή σύμφωνη με την αρετή.
Όμως, αν υπάρχει ένας, ή περισσότεροι, (5) αλλά όχι αρκετοί για να συμπληρώσουν όλα τα αξιώματα της πόλης, που η ανωτερότητά τους στην αρετή δεν μπορεί να συγκριθεί με την αρετή ή την πολιτική δύναμη όλων μαζί των άλλων, είτε είναι περισσότεροι είτε ένας μονάχα, δεν πρέπει να τους περιλάβουμε στους πολίτες της πόλης. Γιατί θα τους αδικήσουμε, αναγνωρίζοντάς τους δικαιώματα ίσα, (10) ενώ η αρετή και η πολιτική ικανότητά τους τους καθιστούν άνισους. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου]. Απ’ αυτό συμπεραίνουμε ότι η νομοθεσία αφορά αναγκαστικά στους ίσους και ως προς την γέννηση και την πολιτική δύναμη, ενώ για τέτοιες ανώτερες προσωπικότητες δεν υπάρχει νόμος. Αφού οι ίδιοι είναι νόμος. Και θα ήταν γελοίο να προσπαθήσει να κάμει νόμους εναντίον τους. (15) Θα μπορούσαν τότε αυτοί να δώσουν την ίδια απάντηση που, όπως λέει ο Αντισθένης, έδωσαν τα λιοντάρια στους λαγούς όταν δημηγορούσαν και απαιτούσαν να έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα.
Για το λόγο αυτό οι δημοκρατικές πολιτείες θεσπίζουν τον εξοστρακισμό. Αυτές δηλ. οι πόλεις επιδιώκουν πάνω απ’ όλα την ισότητα, (20) κι έτσι αυτούς που υπερείχαν και ασκούσαν επιρροή με τα πλούτη ή την απόκτηση πολλών πολιτικών φίλων ή κάποιαν άλλη πολιτική ισχύ, τους εξοστράκιζαν και τους εξόριζαν από την πόλη ορισμένο χρονικό διάστημα. Η μυθολογία αναφέρει ότι για την ίδια αιτία εγκατάλειψαν οι Αργοναύτες τον Ηρακλή: το πλοίο «Αργώ» αρνήθηκε να τον μεταφέρει μαζί με τους άλλους, (25) επειδή ήταν πολύ ανώτερος από το άλλο πλήρωμα. Γι’ αυτό δεν πρέπει να νομίζουμε απόλυτα σωστές τις επικρίσεις κατά του τυραννικού πολιτεύματος και τη συμβουλή του Περιάνδρου στον Θρασύβουλο. (Λέγεται δηλ. ότι ο Περίανδρος δεν είπε τίποτε στον κήρυκα που ήρθε να ζητήσει τη συμβουλή του, (30) αλλά περιορίστηκε στο να κόψει τα κεφάλια των σταχυών που ήταν πιο ψηλά για να ισοπεδώσει έτσι το χωράφι. Ο κήρυκας, που δεν κατάλαβε τη σημασία αυτής της χειρονομίας, ανέφερε το γεγονός στον Θρασύβουλο, που αντελήφθηκε ότι έπρεπε να σκοτώσει τους ανθρώπους που ήταν ανώτεροι από τους άλλους).
Πραγματικά αυτή η μέθοδος δε συμφέρει μονάχα τους τυράννους, ούτε την χρησιμοποιούν μονάχα οι τύραννοι, (35) αλλά το ίδιο συμβαίνει και στα ολιγαρχικά και τα δημοκρατικά καθεστώτα. Γιατί ο εξοστρακισμός φέρνει, τρόπον τινά, το ίδιο αποτέλεσμα, να ξεκόβει δηλ. από τους άλλους και να εξορίζει τους ανώτερους ανθρώπους. Το ίδιο κάνουν ακόμη και στις πόλεις και τα έθνη εκείνοι που κατέχουν την εξουσία: Οι Αθηναίοι π.χ. έκαμαν το ίδιο στους κάτοικους της Σάμου, της Χίου και της Λέσβου (40) (αφού μόλις εξασφάλισαν την κυριαρχία τους, τους ταπείνωσαν παραβιάζοντας τις συνθήκες). [1284b] Κι ο βασιλιάς των Περσών αποδεκάτισε πολλές φορές τους Μήδους και τους Βαβυλώνιους και τους άλλους λαούς που είχε υποτάξει, επειδή ήταν πολύ περήφανοι για την ισχύ που είχαν κάποτε.
Ο τρόπος αυτός της άμυνας εφαρμόζεται από όλα τα πολιτεύματα κι απ’ αυτά που θεωρούνται σωστά. (5) Γιατί τα από παρέκκλιση του κανόνα σχηματισμένα πολιτεύματα, εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο φροντίζοντας για το δικό τους συμφέρον, αλλά με τον ίδιο τρόπο ενεργούν και τα συστήματα που αποβλέπουν στο συμφέρον του συνόλου. Είναι φανερό ότι το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες τέχνες και επιστήμες: Γιατί ούτε ο ζωγράφος θ’ αφήσει ένα άτομο που ζωγραφίζει με το ένα πόδι υπερβολικά μεγάλο, έστω κι αν έχει ξεχωριστή ομορφιά, γιατί ζημιώνει τη συμμετρία του συνόλου, (10) ούτε ο ναυπηγός την πρύμνη ή άλλο μέρος του πλοίου να ξεπεράσει τον κανόνα της συμμετρίας, ούτε ο μαέστρος μιας χορωδίας, θα αφήσει να τραγουδά μαζί με τα άλλα μέλη της εκείνον που έχει την πιο δυνατή και πιο γλυκειά φωνή.
Τίποτε, λοιπόν, δεν εμποδίζει τους μονάρχες να συμφωνούν απόλυτα με τις πόλεις τους, (15) όταν η μέθοδος αυτή ενισχύει και τη δική τους δύναμη και εξυπηρετεί συγχρόνως και το συμφέρον της πόλης των. Επομένως, όσον αφορά τις ανεγνωρισμένες προσωπικότητες, η επιχειρηματολογία υπέρ του εξοστρακισμού, έχει κάποια πολιτική δικαίωση. Θα ήταν ίσως προτιμότερο, ο νομοθέτης να τακτοποιήσει από την αρχή το πολιτικό του σύστημα έτσι ώστε να μην έχει ανάγκη από τέτοια θεραπεία. Μα «στο δεύτερο ταξίδι, αν γίνει», όπως λέει κι η παροιμία, υπάρχει τρόπος να διορθωθεί το σύστημα. (20) Κάτι τέτοιο όμως δε θα μπορούσε να συμβεί σχετικά με τις πόλεις. Γιατί οι κυβερνήτες δεν αποβλέπανε στο συμφέρον της δικής τους πολιτείας αλλά στο κομματικό τους όφελος χρησιμοποιώντας τον εξοστρακισμό. Και στα κατά παρέκκλιση πολιτεύματα, είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η μέθοδος και συμφέρει και δίκαιη είναι, αλλά χωρίς αμφιβολία δεν είναι δίκαιη σύμφωνα με τη σωστή σημασία του όρου. (25) Όμως η χρησιμοποίησή του στην τέλεια πολιτεία γεννά πολλές απορίες: Όταν παρουσιασθεί ένας πολίτης όχι μόνον ανώτερος στα άλλα αγαθά, δηλ. στην πολιτική δύναμη, τα πλούτη και τους πολυάριθμους κομματικούς φίλους, αλλά στην αρετή, τι πρέπει να κάνουμε; Γιατί βέβαια δεν μπορούμε να πούμε ότι πρέπει να τον εξοστρακίσουμε και να τον εξορίσουμε σ’ άλλο μέρος, (30) ούτε όμως και να τον αφήσουμε να καταλάβει την εξουσία, αφού αυτό θα έμοιαζε σα να έχουμε την αξίωση ο Δίας να μοιρασθεί μαζί μας τα αξιώματα. Δε μας απομένει, λοιπόν, παρά εκείνο που είναι και πιο φυσικό, να υπακούουμε όλοι ευχαρίστως σ’ ένα τέτοιο άντρα, κι έτσι άνθρωποι όμοιοι μ’ αυτόν θα είναι σ’ όλη τους τη ζωή βασιλιάδες στις πόλεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου