Οι 22 οπλίτες της Ερεχθηίδας φυλής
που έπεσαν μαχόμενοι στην μάχη του Μαραθώνα
Τα περσικά πλοία έσχισαν το Αιγαίο πέλαγος μεταφέροντας στην Αττική γη 40.000 με 100.000 στρατεύματα, με αρχηγούς τον Δάτη και τον Αρταφέρνη. Ο Δάτης ήταν Μήδος στην καταγωγή και παλαίμαχος στρατηγός, ενώ ο Αρταφέρνης ήταν Πέρσης και ανιψιός του μεγάλου βασιλιά Δαρείου. Επίσης, τους ακολουθούσε σαν πιστό σκυλί, ο Ιππίας γιος του τυράννου Πεισιστράτου, ατιμάζοντας με τον χειρότερο τρόπο την γενιά του, οδηγώντας τους βαρβάρους στην πάνσεπτη Αττική γη.
Οι Αθηναίοι μόλις έμαθαν πως έρχονται οι Πέρσες για να τους σκλαβώσουν, έστειλαν αγγελιοφόρους στην Σπάρτη και σ' άλλες πόλεις για να στείλουν βοήθεια. Όλοι χωρίς να χάσουν χρόνο συνέδραμαν στην πανστρατιά, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Μιλτιάδης. Διασχίζοντας την Αττική έφτασαν στην πεδιάδα του Μαραθώνος, όπου και στρατοπέδευσαν στο Ηράκλειον (ιερό του Ηρακλέους). Απέναντί τους σε 1.5 χιλιόμετρο απόσταση είχαν στρατοπεδεύσει οι Πέρσες.
Ανάμεσα στους Αθηναίους οπλίτες ήταν και οι άνδρες της Ερεχθήιδας φυλής, που αποτελούνταν από 1.000 οπλίτες. Στο σύνολό τους οι Αθηναίοι ήταν 10.000 ετοιμοπόλεμοι οπλίτες, 1.000 από κάθε φυλή της Αθήνας.
Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, οι Αθηναίοι είδαν να κατηφορίζουν το βουνό 1.000 οπλίτες από τις Πλαταιές της Βοιωτίας με αρχηγό τον Αρίμνηστο, που έρχονταν να πολεμήσουν στο πλευρό τους.
Τα δύο στρατόπεδα παρέμεναν άπραγα για ημέρες, περιμένοντας η κάθε πλευρά την αντίπαλη να επιτεθεί πρώτη. Ο Μιλτιάδης κατέστρωσε το σχέδιο της μάχης που -παρότι ριψοκίνδυνο- αν πετύχαινε, θα συνέτριβε όλη την δύναμη των Περσών. Θα παρέτασσε τους άνδρες του με ενισχυμένα τα δυο κέρατα (άκρα) της φάλαγγας και αδυνατισμένο το κέντρο της.
Οι Αθηναίοι παρατάχθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο του Μιλτιάδη. Αρχίζοντας από το δεξιό κέρας ήταν παραταγμένες οι 10 Αθηναϊκές φυλές: Αιαντίδα, Ακαμαντίδα, Ιπποθοωντίδα, Οινηίδα, Αντιοχίδα, Λεοντίδα, Πανδιωνίδα, Αιγηίδα, Κεκροπίδα και Ερεχθηίδα. Στο αριστερό άκρο ήταν οι 1.000 Πλαταιείς. Η Αιαντίδα, Ακαμαντίδα, Ιπποθοωντίδα και η Οινηίδα παρατάθχηκαν με βάθος 8 ζυγών η κάθε μία και πλάτος μετώπου 125 μέτρα. Η συνολική έκταση που κατελάμβαναν και οι τέσσερις φυλές ήταν 500 μέτρα. Στο κέντρο της φάλαγγας ήταν οι δυο φυλές, Αντιοχίδα και Λεοντίδα με αρχηγούς τον Θεμιστοκλή και τον Αριστείδη, με βάθος τεσσάρων ζυγών η κάθε μία και πλάτος μετώπου 625 μέτρα. Οι υπόλοιπες τέσσερις φυλές παρατάχθηκαν όπως και οι 4 πρώτες, σχηματίζοντας ένα αραγές μέτωπο μήκους 1.625 μέτρων από ασπίδες, δόρατα και κράνη.
Λυκαυγές της 12ης Σεμπτεμβρίου του 490 π.Χ. στην πεδιάδα του Μαραθώνα. Τους δύο στρατούς χωρίζει ο χείμαρρος Χάραδρος και μια απόσταση 1.500 μέτρων. Οι Αθηναίοι με τους Πλαταιείς έχοντας μπροστά τους σαλπιγκτές, βάδιζαν με αργό βήμα ψάλλοντας τον παιάνα εναντίον των Περσών. Ανάμεσά τους στο αριστερό μέρος της φάλαγγας, δίπλα στους Πλαταιείς βρίσκονταν η Ερεχθηίδα φυλή με 22 παλληκάρια που τιμούσαν τα όπλα της πατρίδας. Αυτοί ήταν οι: Δρακοντίδης, Αφσεφής, Ξένος, Γλαυκράτης, Τιμόξενος, Θέογνις, Διόδορος, Ευχσίας, Ευφρονιάδης, Ευκτήμων, Καλλίας, Αραιθίδης, Τόλμις, Αντίας, Θουκυδίδης, Δίος, Αμυνόμαχος, Λεπτίνης, Αισχραίος, Πήρων, Φαιδρίας και ο Αντιφών.
Ένα σύννεφο σκόνης σηκώθηκε από τα πόδια των Αθηναίων, οι οποίοι, με τα δόρατα προτεταμένα έσχιζαν με την ορμή τους τον αέρα. Στα τελευταία 200 μέτρα επιτάχυναν το βήμα τους και άρχισαν να τρέχουν εναντίον των Περσών. Τους πέρασαν για τρελούς οι Πέρσες, που τόσοι λίγοι έτρεχαν καταπάνω στον “καλύτερο” θεωρούμενο στρατό της εποχής. Οι τοξότες των Περσών τέντωσαν τις χορδές των τόξων τους υψώνοντάς τα στον ουρανό. Τα βέλη έπεσαν σαν βροχή πάνω στους τρέχοντες οπλίτες. Τα βέλη καρφώθηκαν στις ασπίδες και στα σώματα των Αθηναίων και των Πλαταιών, ρίχνοντας στην γη μερικούς απ' αυτούς. Τα δόρατα του Δρακοντίδη και του Τιμόξενου καρφώνονται πάνω στις μεγάλες τετράγωνες ξύλινες και δερμάτινες ασπίδες των Περσών και των Μήδων σπάζοντάς τες. Κραυγές ακούστηκαν από την περσική παράταξη, ενώ οι Αθηναίοι τραγουδούσαν ακόμα τους θούριους, ρίχνοντας στα βάραθρα την ψυχολογία των Περσών. Το δόρυ του Θέογνη τρύπησε τα πλευρά ενός γιγαντόσωμου Πέρση στέλνοντάς τον στα σκοτεινά δώματα του Άδη. Ένα τσεκούρι ενός Σάκα τοξότη σπάει το κρανίο του Ευφρονιάδη, ρίχνοντας το κορμί του με ένα πάταγο στην πεδιάδα του Μαραθώνα. Οι Αθηναίοι έχαναν στο κέντρο της φάλαγγας. Η Αντιοχίδα και η Λεοντίδα φυλή πιέζονταν περισσότερο απ' όλες τις φυλές και υποχωρούσαν συνέχεια. Όμως, τα δύο κέρατα με τις υπόλοιπες 8 φυλές νικούσαν σ' όλο το πλάτος του μετώπου σπρώχνοντας τους Πέρσες προς το μεγάλο έλος της πεδιάδας. Οι Πέρσες συνωθήθηκαν από την συμπαγή ελληνική φάλαγγα, πατώντας οι μπροστινοί τις πίσω σειρές δημιουργώντας πανικό.
Ο Καλλίας έσπασε το δόρυ του πάνω σ' έναν πέλεκυ και γύμνωσε το σπαθί του, πετσοκόβοντας ασπίδα μαζί με σάρκες ενός Μήδου. Το ελληνικό κέντρο οπισθοχωρούσε συνέχεια αφήνοντας ένα μεγάλο κενό στον μέσον. Ο Μιλτιάδης τότε διέταξε τα δύο άκρα και τους Πλαταιείς μαζί να στραφούν προς τα πίσω και να κυνηγήσουν το ισχυρό περσικό κέντρο κλείνοντας σαν λαβίδα. Ο Τιμόξενος χωρίς να χάσει χρόνο μαζί με τους συμπολεμιστές του της Ερεχθηίδας φυλής, έτρεξε πίσω από τους Πέρσες χτυπώντας με το δόρυ του τους τελευταίους. Ο Αμυνόμαχος κρατώντας την μεγάλη οπλιτική ασπίδα και το ξίφος του, συμπλέχθηκε με έναν Σάκα τοξότη καταφέρνοντάς του ένα θανάσιμο πλήγμα. Οι Πέρσες έτρεξαν προς τα πλοία για να βρουν σωτηρία, αλλά τους ακολουθούσαν κατά πόδας οι Αθηναίοι αφανίζοντάς τους. Στα πλοία η μάχη πλέον ήταν σώμα με σώμα και όχι σε παρατάξεις. Τα κορμιά έπεφταν σωρηδόν και από τις δύο πλευρές, γεμίζοντας το πεδίο της μάχης. Εκεί έπεσαν χτυπημένοι από τις περσικές ακινάκες (ξίφη) οι Ευκτήμων, Καλλίας και ο Αντίας υπερασπιζόμενοι την πατρίδα από τα βάρβαρα στίφη. Ο πολέμαρχος Καλλίμαχος έπεσε δίπλα στα περσικά πλοία εμποδίζοντας τους βαρβάρους να φύγουν.
Η μάχη γύρω από τα πλοία εκτυλίχθηκε σε μια σκληρή και αδυσώπητη σύγκρουση που θα τελείωνε μόνο αν ένας από τους δύο αντιπάλους εξολοθρευόταν. Ο Λεπτίνης και ο Αισχραίος έπεσαν νεκροί κάτω από τους πελέκεις των Περσών που αγωνίζονταν πλέον για την ζωή τους και όχι για να κατακτήσουν την Ελλάδα.
Αυτά έγιναν στην πεδιάδα του Μαραθώνα μέχρι τις 08:30 το πρωί. Μετά από τρεις ολόκληρες ώρες μάχης, 192 Αθηναίοι ήταν νεκροί και 6.400 Πέρσες, Μήδοι και Σάκες. Οι Αθηναίοι αφού έθαψαν τα σώματα των νεκρών συμπολεμιστών τους στο σημείο που έγινε η μάχη, τοποθέτησαν δέκα στήλες, μια για κάθε φυλή, χαράσσοντας πάνω τους τα ονόματα των πεσόντων στην μάχη.
Η μοναδική στήλη από τις δέκα που σώθηκε μέχρι τις μέρες μας, είναι της Ερεχθηίδας φυλής με τα 22 ονόματα, που βρέθηκε στην έπαυλη του Ηρώδη του Αττικού στην Εύα (Λούκους) Κυνουρίας στην Αρκαδία που την είχε πάρει από τον τύμβο του Μαραθώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου