Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Ελληνική Πολεμική Βιομηχανία: Πίθος των Δαναΐδων ή Πανάκεια?


Συνεχίζουμε τον δημόσιο διάλογο για το θέμα της Ελληνική αμυντικής βιομηχανίας με την αναδημοσίευση ενός άρθρου απο το μακρινό παρελθόν..Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στην Πτήση τον Φεβρουάριο του 1992 δηλαδή πρίν απο 20 ολόκληρα χρόνια.Περιγράφει με γλαφυρό τρόπο όλες τις αδυναμίες της αμυντικής μας βιομηχανίας, τα στραβά και ανάποδα που την στοιχειώνουν μέχρι σήμερα.Γιατί πέρα απο την συγχώνευση των ΠΥΡΚΑΛ/ΕΒΟ την ανάθεση του μάνατζμεντ της ΕΛΒΟ στον όμιλο Μυτηληναίου, το αβέβαιο μέλλον της ναυπηγικής βιομηχανίας , την κατάργηση -ουσιαστικά- του ΚΕΑ και την...εξαφάνιση ορισμένων μικρών και ελπδοφόρων εταιριών, σε γενικές γραμμές βλέπουμε ότι δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα απο τότε..

"Χρειάστηκαν ουσιαστικά κάτι παραπάνω από δέκα χρόνια για να δημιουργηθεί και να αποσυντεθεί στα εξ ών συνετέθη η Ελληνική Πολεμική Βιομηχανία.Πραγματικά ένα μοναδικό ρεκόρ στα παγκόσμια χρονικά. Τα μηνύματα γιά το μέλλον της, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας κάθε μέρα, είναι ιδιαίτερα δυσοίωνα. Ουσιαστικά η φιλόδοξη προσπάθεια για τη δημιουργία ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας έχει μετατραπεί σε μια βιομηχανία δημιουργίας ελλειμμάτων.

Γιατί όμως οδηγηθήκαμε σ΄αυτήν την κατάσταση; Τί έφταιξε και αποτύχαμε και σ΄ αυτόν τον κρίσιμο τομέα;Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. H ανάγκη για τη δημιουργία πολεμικής βιομηχανίας εμφανίστηκε επιτακτική μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 και τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο. H τότε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία έκρινε ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί μία βιομηχανική βάση που θα έδινε τη δυνατότητα παραγωγής και συντήρησης πολεμικού υλικού στην Ελλάδα. H στρατηγική αυτή δυνατότητα κρίθηκε ιδιαίτερα κρίσιμη εκείνη την εποχή, καθώς η Ελλάδα αντιμετώπιζε προβλήματα στις προμήθειες πολεμικού υλικού, ενώ το νέο υλικό που τελικά αγοράστηκε απαιτούσε αναβαθμισμένες δυνατότητες συντήρησης. Μέχρι τότε οι δυνατότητες της Ελλάδας σε παραγωγή πολεμικού υλικού περιοριζόταν στην ΠΥΡΚΑΛ του αείμνηστου Μποδοσάκη, που από τα τέλη του 19ου αιώνα αποτελούσε τον κύριο προμηθευτή πυρομαχικών των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων καισυνέδεσε την ύπαρξή της με δύσκολες στιγμές του έθνους.

Έτσι από το 1975 αποφασίστηκε η ίδρυση της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας και το 1979 οι υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις της είχαν ολοκληρωθεί στην Τανάγρα. Παράλληλα, το 1977 ιδρύθηκε η Ελληνική Βιομηχανία Όπλων και οι πρώτες εγκαταστάσεις της στο Αίγιο είχαν σκοπό την παραγωγή φορητών όπλων. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 στις πολεμικές βιομηχανίες υπό κρατικό έλεγχο πέρασε και η Στάγιερ Ελλάς που είχε ήδη αρχίσει την παραγωγή στρατιωτικών οχημάτων και μετονομάστηκε σε Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων (ΕΛΒΟ), ενώ αργότερα την τετράδα συμπλήρωσε και η ΠΥΡΚΑΛ. Το βασικό επιχείρημα των κρατικοποιήσεων υπήρξε ο στρατηγικός χαρακτήρας των επιχειρήσεων αυτών.Βέβαια στον αρχικό υπολογισμό δεν ελήφθησαν ποτέ υπόψη κριτήρια βιωσιμότητας των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν, καθώς επικράτησε το δόγμα "πολεμική βιομηχανία με οποιοδήποτε κόστος". H νοοτροπία αυτή, σε συνδυασμό με την κρατικοποίηση και τη γραφειοκρατική μορφή που επιβλήθηκε με την κρατικοποίηση και το μη ορθολογικό καθεστώς που ίσχυσε στη διοίκηση των εταιριών, αλλά και γενικά στο στρατιωτικοβιομηχανικό χώρο με την έλλειψη στόχων και στρατηγικής, μπορεί να θεωρηθούν οι κύριοι υπεύθυνοι της κακοδαιμονίας της πολεμικής βιομηχανίας. Θα άξιζε όμως να εξετάζαμε την κάθε περίπτωση ξεχωριστά.


EAB.
Από την αρχή της λειτουργίας της, η εταιρία αντιμετώπισε προβλήματα χρηματοοικονομικής διάρθρωσης, καθώς η δημιουργία της βασίστηκε σε δυσανάλογη σχέση ξένων προς ίδια κεφάλαια. Επιπλέον οι δανειοδοτήσεις είχαν γίνει σε δολάρια που
επιβάρυναν ακόμα περισσότερο τα αποτελέσματα. Παράλληλα το συγκεκριμένο συγκρότημα, γιά τα ελληνικά δεδομένα της εποχής, θα μπορούσε να θεωρηθεί υπερεπένδυση, που ούτως ή άλλως θα αντιμετώπιζε προβλήματα απόσβεσης του τεράστιου κόστους των εγκαταστάσεων. Ωστόσο η εταιρία είχε και προβλήματα
ξεκαθαρισμένων στόχων και στρατηγικής. H διοίκηση στα αρχικά στάδια είχε ανατεθεί στην αμερικανική εταιρία Λόκχηντ πουωστόσο της αφαιρέθηκε μετά το 1981, σύμφωνα με τη μόδα της εποχής και με το επιχείρημα του στρατηγικού χαρακτήρα της επιχείρησης και των τεραστίων κερδών που αποκόμιζε η αμερικανική εταιρία! Σύντομα η EAB άρχισε να επεκτείνεται τόσο από πλευράς επενδύσεων και εγκαταστάσεων όσο και ανθρώπινου δυναμικού. Τα κριτήρια ωστόσο που χρησιμοποιήθηκαν δεν ήταν με βάση την ανταποδοτικότητα των επενδύσεων. Στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού ακολουθήθηκε και εδώ η τακτική του βολέματος των ημετέρων. Έτσι η αναλογία διοικητικών προς τεχνικούς υπαλλήλους έφτασε το 2 προς 1.!Ωστόσο η πολιτική αυτή είχε σαν συνέπεια να επιταχύνει τη φθορά της εταιρίας. Σήμερα η εταιρία έχει συσσωρεύσει ένα τεράστιο έλλειμμα που φτάνει τα 170 δισ. δρχ. πράγμα που την καθιστά ουσιαστικά υπό πτώχευση, αν δεν επέμβει δραστικά το ελληνικό δημόσιο και κεφαλαιοποιήσει μέρος του τεράστιου ελλείμματος. Τη διοίκηση της εταιρίας ασκεί επ'αμοιβή πάλι μια ομάδα της αμερικανικής εταιρίας Λόκχηντ, μετά από ειδική συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση. Στόχος είναι η κερδοφορία της εταιρίας μετά από τρία χρόνια. Μετά το διάστημα αυτό, μετοχές θα μεταβιβαστούν σε ιδιωτικές εταιρίες, που μπορεί να είναι και η Λόκχηντ που διατηρεί το δικαίωμα προτίμησης.

EBO.
H περίπτωση της Ελληνικής Βιομηχανίας Όπλων είναι ίσως το πιό εντυπωσιακό παράδειγμα για το πού θα μπορούσε να φτάσει η πολεμική μας βιομηχανία και πού τελικά κατέληξε. Με αρχικό σκοπό την κατασκευή φορητού οπλισμού με μηχανήματα που αποκτήθηκαν από τη γερμανική βοήθεια, σύντομα, χάρη και στο ιδιαίτερα δραστήριο μάνατζμεντ των κ.κ. Κόκκινου και Αρσένη και την ευελιξία που εξασφάλιζε η καλή οικονομική διάρθρωση και η ύπαρξη παραγωγικής βάσης και εσόδων από την πώληση του φορητού οπλισμού, η εταιρία έθεσε μερικούς φιλόδοξους στόχους κι άρχισε να τους υλοποιεί. Αποφασίστηκε η ανάπτυξη και κατασκευή ενός ολοκληρωμένου αντιαεροπορικού συστήματος, του ARTEMIS-30, και άρχισε μιά σειρά νέων επενδύσεων. Αργότερα εξαγοράστηκε η μικρή αλλά δυναμική εταιρία Γενική Μηχανική,που κατασκεύαζε εξωτερικές απορριπτόμενες δεξαμενές γιά αεροσκάφη και στη συνέχεια παραχωρήθηκαν στην EBO οι εγκαταστάσεις παραγωγής πυρομαχικών της ΠΥΡΚΑΛ στο Λαύριο που επίσης επεκτάθηκαν και προστέθηκαν νέες μονάδες (νέο γομωτήριο, εργοστάσιο παρασκευής TNT κ.λπ.). Παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές, η εταιρία δημιούργησε ένα ιδιαίτερα δραστήριο τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης που σε συνεργασία με ξένες εταιρίες και ένα αποτελεσματικό τμήμα μάρκετινγκ, παρουσίασε μιά σειρά από νέα προϊόντα στη διεθνή αγορά. Ωστόσο έγιναν και λάθη. Δεν ήταν όμως καθοριστικά γιά το μέλλον της εταιρίας. Οι λόγοι της προβληματικοποίησής της ήταν εξωγενείς και ήταν πολιτικοί, προσωπικοί αλλά και ανταγωνιστικοί από χώρους που δεν επιθυμούσαν την ανάπτυξη εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας για ευνόητους λόγους. H πτώση της εταιρίας άρχισε μετά την αποπομπή του προέδρου της B. Αρσένη το 1986. Ακολούθησαν μιά σειρά από παρενέργειες και διάφορα διοικητικά σχήματα που δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την κατάρρευσή της. Το αγκάθι στην πορεία της, υπήρξε η αδυναμία ολοκλήρωσης του αντιαεροπορικού συστήματος ARTEMIS-30 και η αδυναμία είσπραξης ποσών από συμβάσεις με το Ιράκ. Ωστόσο με τους κατάλληλους χειρισμούς και τα δύο αυτά γεγονότα, θα μπορούσαν να μην αποβούν μοιραία για το μέλλον της εταιρίας. Σήμερα η εταιρία έχει συσσωρεύσει ένα μεγάλο έλλειμμα, ενώ πρόσφατα αναγκάστηκε να απωλήσει 756 εργάτες, γεγονός που δημιούργησε μιά σειρά από κινητοποιήσεις,
μερικές από τις οποίες απέκτησαν γραφικό χαρακτήρα (αποκλεισμός εθνικών οδών, ARTEMIS-30 στο δρόμο κ.λπ.). Το τελευταίο σενάριο για την τύχη της εταιρίας αναφέρεται στην συγχώνευση της με την ΠΥΡΚΑΛ.

ΠΥΡΚΑΛ.
H εταιρία είχε αποκτήσει πείρα και ικανοποιητική τεχνογνωσία στην παραγωγή συμβατικών πυρομαχικών. Στα τελευταία χρόνια όμως της διεύθυνσης Μποδοσάκη, είχαν εμφανιστεί προβλήματα κόπωσης και απορρόφησης νέας τεχνολογίας. Το πρόβλημα είχε αρχίσει να αντιμετωπίζεται με την είσοδο νέας τεχνολογίας, μηχανημάτων και μεθόδων παραγωγής λίγο πριν το πέρασμα της εταιρίας στο δημόσιο. Δυστυχώς η προσπάθεια αυτή δεν συνεχίστηκε και η ζωτικότητα του δημοσίου εξαντλήθηκε στην εφαρμογή του πειράματος της "κοινωνικοποίησης" στην ΠΥΡΚΑΛ. Τα αποτελέσματα υπήρξαν τραγικά και η παραγωγή και η παραγωγικότητα έφτασαν στο ναδίρ. Τελικά η εταιρία περιήλθε σε τραγική κατάσταση και από ένα σημείο και μετά χρησιμοποιούσε τα ποσά που προορίζονταν για την αγορά πρώτων υλών για την πληρωμή των μισθών των εργαζομένων. Όπως ήταν φυσικό σύντομα διεφάνη το αδιέξοδο της πρακτικής αυτής. Ωστόσοπαρόλο το δυσμενές περιβάλλον, μιά ομάδα ανθρώπων είχε το κουράγιο να αναπτύξει μιά σειρά από νέα μοναδικά προϊόντα (βομβιδοφόρα) που ποτέ δεν αξιοποιήθηκαν. Σήμερα η εταιρία βρίσκεται ουσιαστικά υπό πτώχευση, με υπεράριθμο προσωπικό, απαρχαιωμένες γραμμές παραγωγής και αδυναμία κάλυψης των αναγκών του Ελληνικού Στρατού σε πυρομαχικά.


ΕΛΒΟ. 
H εταιρία δημιουργήθηκε από την αυστριακή Στάγιερ στη βιομηχανική περιοχή Σίνδου της Θεσσαλονίκης το 1972. Το αρχικό αντικείμενό της αφορούσε την παραγωγή γεωργικών ελκυστήρων για τις ανάγκες της αναπτυσσόμενης ελληνικής γεωργίας. Στα τέλη της δεκαετίας του '70 η παραγωγή επεκτάθηκε και σε στρατιωτικά οχήματα, ενώ αργότερα προστέθηκε και η ικανότητα παραγωγής τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού. Και στην περίπτωση αυτή το ελληνικό δημόσιο ανέλαβε τον έλεγχο της εταιρίας. H εταιρία παρήγαγε μιά σειρά από φορτηγά για τις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ υπό εξέλιξη βρίσκεται ένα πρόγραμμα παραγωγής οχημάτων τζιπ 240D καθώς και 340 τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης. H εταιρία διαθέτει σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό και αποτελεί τη λιγότερο προβληματική
από τις κρατικές πολεμικές βιομηχανίες. Ωστόσο πρόσφατα εμφανίστηκαν προβλήματα στην τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων στην παράδοση των τζιπ στον Ελληνικό Στρατό.

H ¨υπόλοιπη¨ πολεμική βιομηχανία
Τα παραπάνω καλύπτουν τη βασική τετράδα των εταιριών πολεμικής βιομηχανίας, που θα έπρεπε να αποτελέσουν τη "λοκομοτίβα" προώθησης γενικότερα της πολεμικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, δημιουργώντας μιά σειρά από δορυφορικές βιομηχανίες και
υποκατασκευαστές. Στην πραγματικότητα η δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία και το προτιμησιακό καθεστώς που ίσχυσε υπέρ των εταιριών αυτών, υπήρξε τροχοπέδη για την ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας και είχε σαν αποτέλεσμα την αποθάρρυνση ιδιωτικών εταιριών που θα μπορούσαν να συμπληρώσουν τις δυνατότητες σ' αυτόν τον τομέα. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα. Κάθε φορά που ένας διαγωνισμός προσκαλούσε Έλληνες κατασκευαστές, οι μεγάλες εταιρίες της "τετράδας", υπό το πνεύμα της νοοτροπίας "όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω", έπαιρναν μέρος στο διαγωνισμό με τιμές κάτω του κόστους. Όπως ήταν φυσικό κέρδιζαν το διαγωνισμό, που στη συνέχεια μετατρεπόταν σε ένα νέο "γιοφύρι της 'ρτας". Προεξάρχουσα σ'αυτήν την πρακτική υπήρξε η EAB. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σύστημα ελέγχου πυρός πυροβολικού _ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ_ που αναπτύχθηκε από το ΚΕΕΘΑ και η κατασκευή του ανατέθηκε στην EAB το 1982. Μετά από δέκα (10) χρόνια η EAB θα αρχίσει να
παραδίδει ένα σύστημα που βασίζεται σε οκτάμπιτο (8 bits) μικροεπεξεργαστή 8082 στον ελληνικό στρατό, τη στιγμή που στην αγορά κυκλοφορούν τριανταδυάμπιτοι (32 bits) μικροεπεξεργαστές και η χρησιμοποίηση υπολογιστών με μικροεπεξεργαστές 80236 και 80326 από μαθητές και φοιτητές αποτελεί καθημερινή πρακτική! Παρόμοια υπήρξε και η τύχη του ελληνικού RPV, που η EAB δεν κατάφερε να ολοκληρώσει σε βαθμό που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μεγάλους αριθμούς από τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Όσο για το κύριο αντικείμενο της εταιρίας, που είναιη συντήρηση αεροσκαφών της Π.Α, οι καθυστερήσεις στην παράδοση αποτελούν τον κανόνα. Τα παραπάνω δίνουν και μια διαφορετική διάσταση στις πρόσφατες αιτιάσεις των εργαζομένων στην επιχείρηση, αλλά και ορισμένων βουλευτών που υπέβαλαν επερώτηση με θέμα το χάσιμο μιάς παραγγελίας για τον εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών A-7E που η Πολεμική Αεροπορία θα παραλάβει από τις ΗΠΑ και την οποία ανέθεσε στα εργοστάσια του Αμερικανικού Ναυτικού. O παράγοντας χρόνος σε τέτοιου είδους εργασίες αποτελεί την πιό καθοριστική παράμετρο. Κατά τα άλλα είναι σίγουρο ότι η EAB θα μπορούσε να εκσυγχρονίσει τα αεροσκάφη. Το ερώτημα είναι πότε θα ήταν επιχειρησιακά έτοιμα για να χρησιμοποιηθούν από την Πολεμική Αεροπορία στις δύσκολες συνθήκες που διανύουμε.

Το παράδειγμα υπήρξε ενδεικτικό και δεν αφορά μόνο την EAB, καθώς παρόμοια φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και σε όλη την "αγία τετράδα" της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας. Ωστόσο ο κατάλογος των πολεμικών βιομηχανιών δεν εξαντλείται εδώ.
Παρά το αρνητικό περιβάλλον, μερικές ιδιωτικές εταιρίες που δυστυχώς μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού, κατάφεραν να επιβιώσουν και να αναπτύξουν αμυντική τεχνολογία. Σ' αυτές περιλαμβάνονται η ΕΛΦΟΝ που κατασκευάζει υποσυλλογές
εκσυγχρονισμού των αντιαεροπορικών πυραύλων HAWK, η ECON-OPTICS που κατασκευάζει διόπτρες νυκτερινής όρασης και υποσυλλογές εκσυγχρονισμού αρμάτων, η OLYMPIC TOOL που κατασκευάζει ανταλλακτικά αρμάτων και το μηχανουργικό κομμάτι της κεφαλής του πυραύλου αέρος-αέρος Ματρά Μάτζικ που επίσης συναρμολογεί στις εγκαταστάσεις της και η εταιρία ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΠΡΟΗΓΜΕΝΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ που κατασκευάζει ανταλλακτικά αεροσκαφών, καλάθους ρουκετών και αναπτύσσει ένα RPV και ένα αντιαεροπορικό σύστημα που βασίζεται στους πυραύλους
αέρος-αέρος Σαϊντγουάιντερ.

Στις εταιρίες αυτές περιλαμβάνεται αναμφίβολα και η ΑΛΦΑ ABE που περιήλθε κάποια στιγμή στην ιδιοκτησία της ETBA. H εταιρία ανέπτυξε και κατασκεύασε χρονικούς και κρουστικούς ηλεκτρονικούς πυροσωλήνες, ενώ λίγο πριν την αποχώρηση βασικών
στελεχών της, βρισκόταν στα τελευταία στάδια της ανάπτυξης πυροσωλήνων προσέγγισης. Όμως στις πολεμικές βιομηχανίες δεν περιλαμβάνονται μόνο όσες
ασχολούνται αποκλειστικά μ' αυτό το αντικείμενο. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα ναυπηγεία, που ωστόσο οι ικανότητές τους σε ναυπηγήσεις δεν αξιοποιήθηκαν στο βαθμό που έπρεπε. Αν κάτι τέτοιο γινόταν έγκαιρα, με αλλαγή του μίγματος κατασκευών
και επισκευών υπέρ των στρατιωτικών εφαρμογών, ίσως τα ναυπηγεία να μην αντιμετώπιζαν αυτήν τη στιγμή πρόβλημα επιβίωσης. H πρώτη σοβαρή προσπάθεια έγινε με την ανάθεση κατασκευής 6 πυραυλακάτων Κομπατάντ III στα ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ η παράδοση των οποίων ολοκληρώθηκε το 1980. Παρ' όλο το γεγονός ότι τα ναυπηγεία ολοκλήρωσαν τη ναυπήγηση χωρίς κανένα πρόβλημα και εντός των προθεσμιών, το πρόγραμμα αυτό δεν συνεχίστηκε, αν και το Πολεμικό μας Ναυτικό είχε ανάγκη από τέτοια σκάφη που χαίρουν μεγάλης εκτίμησης στους κόλπους του. Μετά από μιά μεγάλη περίοδο αδράνειας,ανατέθηκε στα ναυπηγεία η κατασκευή των περιπολικών OSPREY-55,ενώ στη συνέχεια, σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ανέπτυξαν ένα νέο τύπο περιπολικού. Το μεγάλο συμβόλαιο ήρθε το 1988 και αφορούσε τη ναυπήγηση των τριών φρεγατών MEKO-200HN. Αντίστοιχα ταΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ μετά από μερικές στοιχειώδεις κατασκευές γιά το ναυτικό (φορτηγίδες, μικράπετρελαιοφόρα), ανέλαβαν να κατασκευάσουν πέντε σύγχρονα αρματαγωγά το 1986. Σήμερα τα αρματαγωγά βρίσκονται σε διάφορα στάδια κατασκευής, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό ελπίζει να παραλάβει το πρώτο μέσα στο1992! Για τα υπόλοιπα το μέλλον παραμένει αβέβαιο καθώς τα ναυπηγεία, ενώ έχουν εξοφληθεί, δεν διαθέτουν χρήματα για να συνεχίσουν την κατασκευή.

Στο πλέγμα της πολεμικής βιομηχανίας όμως περιλαμβάνονται και τα στρατιωτικά εργοστάσια. Μερικά από αυτά αποτελούν πρότυπα συγκροτήματα όπως στην περίπτωση του εργοστασίου ανακατασκευής αρμάτων 304 ΠΕΒ που αποτελεί πολύτιμη μονάδα γιά τον ΕλληνικόΣτρατό. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για το 202 Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών, που ωστόσο τα τελευταία χρόνια αποδυναμώθηκε από προσωπικό και ταλαιπωρήθηκε από μιά σειρά παλινωδιών που αφορούσαν τον εκσυγχρονισμό του, που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε.

Είχε επιτυχίες η πολεμική βιομηχανία;
Το κριτήριο που δικαιώνει μιά προσπάθεια είναι φυσικά το αποτέλεσμα. Και η προσπάθεια ανάπτυξης της Πολεμικής Βιομηχανίας παρά το στρεβλό τρόπο με τον οποίο επιχειρήθηκε,είχε και πολύ σημαντικές επιτυχίες που δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκαν όσο έπρεπε. Θα προσπαθήσουμε παρακάτω να τις απαριθμίσουμε:
  • Ανακατασκευή και εκσυγχρονισμός αρμάτων M-48. Εκτός από το 304 ΠΕΒ μια σειρά από ελληνικές βιομηχανίες πήρε μέρος στο πρόγραμμα αυτό που είχε σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή πάνω από 500 αρμάτων σε A3 και A5. Όλες οι υποσυλλογές εκσυγχρονισμού κατασκευάζονται στην Ελλάδα.
  • Μετατροπή και εκσυγχρονισμός των τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού M-113 σε A1 και A3.
  • Ανάπτυξη και κατασκευή από το μηδέν του χρονικού ηλεκτρονικού πυροσωλήνα από την εταιρία ΑΛΦΑ. Οι προσπάθειες της ομάδας ανάπτυξης της εταιρίας, δημιούργησαν ένα πρωτοποριακό προϊόν που δεν αξιοποιήθηκε παρά μόνο κατά το ελάχιστο από τον Ελληνικό Στρατό αλλά και από την εταιρία.Προϊόντα ανάλογα του πυροσωλήνα της ΑΛΦΑ μόλις τώρα κάνουν την εμφάνιση τους στη διεθνή αγορά. Παράλληλα έμεινε στο στάδιο της ανάπτυξης ο πυροσωλήνας προσέγγισης για το πυροβολικό που τόσο έχει ανάγκη ο ελληνικός στρατός.
  • Ανάπτυξη και κατασκευή βομβιδοφόρων βλημάτων γιά όλμους των 4,2 και γιά πυροβόλα των 105 και 155mm από την ΠΥΡΚΑΛ. Και πάλι η ελληνική εταιρία διέθετε ένα μοναδικό προϊόν που δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει. Οι παραγγελίες του Ελληνικού Στρατού παρέμειναν χαμηλές.
  • Ανάπτυξη και κατασκευή οβίδων εκτεταμένου βεληνεκούς των 155mm με ειδικά προωθητικά από την EBO.
  • Ανάπτυξη και κατασκευή όλμων των 81 και 120mm από την EBO.
  • Ανάπτυξη του αντιαρματικού συστήματος μιάς χρήσης ARIS IV, από την EBO.
  • Κατασκευή στην Ελλάδα του τεθωρακισμένου οχήματος μάχης Λεωνίδας II από την ΕΛΒΟ.
  • Ανάπτυξη και κατασκευή περιπολικών ανοικτής θάλασσας για το Π.Ν. από τα Ελληνικά Ναυπηγεία και το ΕΜΠ.
Τα παραπάνω αποτελούν μόνο μιά ενδεικτική σειρά από προϊόντα που αν είχαν αξιοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο θα ήταν ικανά να απογειώσουν την πολεμική βιομηχανία. Ωστόσο ένας ψύχραιμος παρατηρητής θα μπορούσε να διαπιστώσει και στοιχεία επιτυχίας σε φαινομενικά αποτυχημένα προγράμματα. Ένα τέτοιο αποτελεί και το ARTEMIS-30 που η αδυναμία ολοκλήρωσης του τόσο έχει επικριθεί από τον Τύπο. Ίσως η αρχική ιδέα και η σύλληψη του συστήματος να ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξη γιά τα ελληνικά δεδομένα. H ομάδα ανάπτυξης του συστήματος είχε επιλέξει κατά γενική ομολογία, τα καλύτερα υποσυστήματα της διεθνούς αγοράς που ωστόσο δεν μπόρεσε να
ολοκληρώσει σε ένα σύστημα. Εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ανάλογες αποτυχίες ξένων εταιριών στην ολοκλήρωση συγκεκριμένων προγραμμάτων. Το πιό σχετικό παράδειγμα αποτελεί η αδυναμία ολοκλήρωσης του αυτοκινούμενου αντιαεροπορικού
συστήματος DIVAD για τον αμερικανικό στρατό, που χρησιμοποιούσε το σκάφος του M-48A5, το ραντάρ APG-66 του F-16A, και τα πυροβόλα Bofors των 40mm. Μετά από
επανειλημμένες δοκιμές, στις οποίες μάλιστα εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε ότι ο αμερικανικός στρατός προσπάθησε να εξαπατήσει την επιτροπή του Κογκρέσου για τη συνέχιση του προγράμματος, το σύστημα εγκαταλείφθηκε μαζί με τα 600 εκατ.
δολάρια που μέχρι τότε είχαν δαπανηθεί γιά την ανάπτυξή του. Στην περίπτωση του ARTEMIS-30 η ελληνική πλευρά νομίζουμε ότι δεν έχει την πολυτέλεια εγκατάλειψης του προγράμματος. Για τα ελληνικά μέτρα, το κέρδος μέχρι τώρα υπήρξε η ικανότητα
κατασκευής ενός πολύπλοκου συστήματος, όπως είναι η μονάδα πυρός πυροβόλου που μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτόνομα. Υπ΄αυτό το πρίσμα θεωρούμε ότι η απόφαση γιά συνέχιση του προγράμματος, έστω και συρρικνωμένου, με την ανάπτυξη του πυρομαχικού μάχης υπήρξε ορθή.

Ποιό μέλλον για την Πολεμική Βιομηχανία;

Τα παραπάνω συνθέτουν μιά απογραφή της κατάστασης που σήμερα επικρατεί στην πολεμική βιομηχανία και που σίγουρα κάθε άλλο παρά ρόδινη μπορεί να χαρακτηριστεί. Ωστόσο αυτό που πρέπει να απασχολεί όλους είναι το μέλλον της πολεμικής βιομηχανίας, που γιά να εξασφαλισθεί απαιτεί μιά σειρά από προϋποθέσεις:
  1. Μακροχρόνιο σχεδιασμό και στρατηγική με σαφείς στόχους. Τί θέλουμε από την πολεμική βιομηχανία, γιατί και πότε. Στον τομέα αυτό θα πρέπει να παραδειγματιστούμε από τους γείτονες Τούρκους.
  2. Εξυγίανση του συστήματος διαγωνισμών, προμηθειών και συνεργασίας μεταξύ της εγχώριας βιομηχανίας και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. H ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας αποτελείται από μία αλυσίδα που ο κάθε της κρίκος πρέπει να συνεργάζεται άψογα με τους υπόλοιπους. Στην αντίθετη περίπτωση το όλο οικοδόμημα καταρρέει.
  3. Προσπάθεια ορθολογικοποίησης της λειτουργίας και των στόχων της ομάδας των τεσσάρων βασικών πολεμικών βιομηχανιών. Εγκατάλειψη της πρακτικής τοποθέτησης πολιτικών προσώπων στο διοικητικό συμβούλιό τους και αντικατάστασή τους μετεχνοκράτες.
  • Στην περίπτωση της EAB θα πρέπει να επιδιωχθεί μιά νέα αρχή που να βασίζεται στη διεθνή πρακτική. Το βάρος να δοθεί στον τομέα της συντήρησης που θα αποτελέσει τη βάση γι'ανάπτυξη που θα οδηγήσει αργότερα την εταιρία στον τομέα εκσυγχρονισμών αεροσκαφών και σε τρίτη φάση σε κατασκευές, κατά προτίμηση μέσα από τη συμμετοχή σε προγράμματα συμπαραγωγής.
  • Τα σχέδια για συγχώνευση των EBO και ΠΥΡΚΑΛ βρίσκονται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο η νέα εταιρία που θα προκύψει, θα πρέπει να διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος και να εκπονήσει ένα σαφές και εφαρμόσιμο πλάνο που θα πρέπει να υλοποιήσει.
  • Διατήρηση της ικανότητας κατασκευής στρατιωτικών οχημάτων από την ΕΛΒΟ, ανεξάρτητα από το μελλοντικό ιδιοκτησιακό καθεστώς της.
4) Ενθάρρυνση των ιδιωτικών εταιριών που ασχολούνται με την άμυνα. Στρατηγική δυνατότητα δεν σημαίνει απαραίτητα ελεγχόμενη και από το κράτος. Κάθε εντός της ελληνικής επικράτειας δυνατότητα, τίθεται στη διάθεση του κράτους σε περίπτωση ανάγκης.
5) Αλλαγή του ρόλου της Υπηρεσίας Πολεμικής Βιομηχανίας (ΥΠΟΒΙ) με την αύξηση του προσωπικού και την προσπάθεια μετατροπής της σε μοχλό ανάπτυξης της βιομηχανίας, παρά σε ένα στείρο γραφειοκρατικό μηχανισμό με μόνο αντικείμενο τους
ελέγχους γιά το ποσοστό προστιθέμενης αξίας.
6) Συμμετοχή σε κοινά προγράμματα ανάπτυξης οπλικών συστημάτων και σε συμπαραγωγές. Στο μόνο τέτοιο πρόγραμμα που μετέχει προς στιγμήν η Ελλάδα είναι το πρόγραμμα του ευρωπαϊκού STINGER. Επιπλέον μετέχει σαν απλός παρατηρητής στο πρόγραμμα TRIGAT MR που θα αποτελέσει το μελλοντικό ευρωπαϊκό
αντιαρματικό πύραυλο μέσου βεληνεκούς.
7) Αναβάθμιση των ερευνητικών κέντρων που υπάγονται στο υπουργείο Εθνικής 'μυνας και η εξασφάλιση σχετικής αυτονομίας και ευελιξίας που θα τους επιτρέπουν να συνεργάζονται με τη βιομηχανία. Είναι χαρακτηριστική εδώ η περίπτωση του
επισμηναγού K. Χατζηαναστασίου που πέρασε από στρατοδικείο γιατί προσπάθησε να υλοποιήσει σε συνεργασία με τη βιομηχανία, τη βόμβα λέιζερ που είχε αναπτυχθεί στο KETA.
8) Αναβάθμιση των στρατιωτικών εργοστασίων εν όψει και των αυξημένων αναγκών που προκύπτουν από την είσοδο νέου υλικού σε υπηρεσία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου